Η πνευμονία είναι μια οξεία λοιμώδης ασθένεια που αφορά τους πνεύμονες με ενεργοποίηση φλεγμονώδους αντίδρασης στις κυψελίδες, προκαλώντας την εμφάνιση υγρού ή / και πύον εντός αυτών. Η λοίμωξη των πνευμόνων μπορεί να οφείλεται σε βακτήρια, ιούς ή μύκητες, προκαλεί συμπτώματα όπως βήχας, απόχρεμψη, πυρετό, θωρακικό άλγος, δυσκολία στην αναπνοή και επηρεάζει την λειτουργία του αναπνευστικού συστήματος σε βαθμό που μπορεί να φτάσει σε αναπνευστική ανεπάρκεια με ανάγκη για νοσηλεία σε ΜΕΘ.
Η πνευμονία αποτελεί παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, με εκτιμήσεις για 450 εκατομμύρια νοσήσεις και 2,5 εκατομμύρια θανάτους ανά έτος, με τις πιο ευάλωτες ομάδες πληθυσμού να αποτελούνται από μικρές και μεγάλες ηλικίες (<5 και >65-70ετών), κατοίκους περιοχών με χαμηλή οικονομική ανάπτυξη και άτομα που εμφανίζουν χρόνια νοσήματα (πχ άσθμα, ΧΑΠ, διαβήτη, καρδιοπάθειες), ανοσοκαταστολή (πχ AIDS, ανοσοκατασταλτικά φάρμακα), καταστάσεις αλκοολισμού, καπνίσματος.
Σημαντικό στη διαχείριση μιας αναπνευστικής λοίμωξης από την πλευρά του ασθενή είναι η ορθή εκτίμηση της σοβαρότητας, καθώς πνευμονία και λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού μπορεί να παρουσιάζονται με παρόμοια συμπτώματα ή να συνυπάρχουν. Η εμφάνιση δυσκολίας στην αναπνοή, θωρακικού άλγους, επίμονου πυρετού, ιδίως σε ευάλωτες ομάδες θα πρέπει να ερμηνεύονται ως πιθανές εκδηλώσεις πνευμονίας και να οδηγούν τον ασθενή στην αναζήτηση ιατρικής βοήθειας. Από την πλευρά του επαγγελματία υγείας, ο διαχωρισμός πνευμονίας από άλλες αναπνευστικές διαταραχές είναι πάντα μια απαιτητική διαδικασία που πρέπει να γίνεται με προσοχή και επιμέλεια, με την επικουρική χρήση διαγνωστικών βοηθημάτων όποτε χρειάζεται, ώστε να υπάρχει σωστή και έγκαιρη διάγνωση. Η κλινική εξέταση και η λήψη του ιατρικού ιστορικού έχει κεντρικό ρόλο στην εκτίμηση της κατάστασης και δεν υποκαθίσταται από οποιαδήποτε άλλη πηγή πληροφόρησης ή εξ αποστάσεως επικοινωνία μπορεί να αναζητήσει κανείς. Μετά από την αρχική ιατρική εκτίμηση μπορεί να χρειαστούν επιπλέον εργαστηριακές εξετάσεις (πχ αναλύσεις αίματος, πτυέλων) ή απεικονιστικές εξετάσεις (πχ ακτινογραφίες, αξονικές τομογραφίες) ώστε να επιβεβαιωθεί η διάγνωση και να αποφασιστεί το είδος της περαιτέρω διαχείρισης.
Μετά τη διάγνωση της πνευμονίας ακολουθεί η πολύ σημαντική απόφαση της διαχείρισης εξωνοσοκομειακά ή της ανάγκης νοσηλείας, αν υπάρχουν στοιχεία σοβαρής λοίμωξης ή ενδείξεις ενδεχόμενης επιδείνωσης.
Η θεραπεία της πνευμονίας βασίζεται πρωτίστως στην εύστοχη επιλογή αντιμικροβιακής αγωγής, αλλά και στην εφαρμογή λοιπών υποστηρικτικών θεραπειών και μέσων που μπορεί να χρειάζονται ή να προκύπτουν λόγω και άλλων προβλημάτων υγείας που συνυπάρχουν. Σε περιπτώσεις εξωνοσοκομειακής διαχείρισης η συμμόρφωση με τις ιατρικές οδηγίες και η επικοινωνία με τον ιατρό, η επαρκής ενυδάτωση, η αποφυγή επιβάρυνσης (ανάπαυση – παύση εργασίας, διακοπή καπνίσματος), η σταδιακή επαναφορά στις δραστηριότητες κατά την ανάρρωση είναι παράγοντες που βοηθούν σε ευνοϊκή εξέλιξη. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται πάντα, αλλά ιδίως σε ευπαθείς ομάδες, καθώς είναι πιθανό μια αρχική διαχείριση εκτός νοσοκομείου να απαιτήσει νοσηλεία σε ενδεχόμενη μη ανταπόκριση στην θεραπεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην πρόληψη των αναπνευστικών λοιμώξεων και στην μείωση της ανάγκης για νοσηλεία λόγω αυτών, κυρίαρχο λόγο έχει ο εμβολιαστικός προγραμματισμός, η αποφυγή ανθυγιεινών συνηθειών και η διενέργεια προληπτικών διαγνωστικών εξετάσεων.
Καθώς η παρουσία χρόνιων νοσημάτων αυξάνει την πιθανότητα εκδήλωσης πνευμονίας, η έγκαιρη διάγνωση μέσω τακτικών προληπτικών εξετάσεων και η θεραπεία τους είναι παράγοντες που είτε προστατεύουν ώστε να αποφευχθούν λοιμώξεις είτε βοηθούν στην ορθή διαχείριση, εάν τελικά εκδηλωθούν.
Τέλος, όσο αυτονόητη μπορεί να είναι η έννοια του υγιεινού τρόπου ζωής (αποφυγή καπνίσματος, έλεγχος σωματικού βάρους, διατροφή, άσκηση), στο ίδιο επίπεδο θα πρέπει να έχουμε και την συμμόρφωση με το εμβολιαστικό πρόγραμμα, ιδίως σε παιδιά και ηλικιωμένους. Υπάρχουν εμβόλια για τα συχνότερα παθογόνα (πνευμονιόκοκκοι, ιοί της γρίπης, αναπνευστικός συγκυτιακός ιός ή RSV, κορονοϊοί) και σαφείς συστάσεις για τη χορήγησή ώστε να γίνονται τακτικά τα σωστά εμβόλια, πάντοτε κατόπιν ιατρικής συμβουλής.
Γράφει ο κ. Νικόλαος Χαβούζης Πνευμονολόγος, Επιστημονικά Υπεύθυνος ΜΕΘ Κλινική Κυανούς Σταυρός Θεσσαλονικης