Η βουβωνοκήλη είναι μια από τις πιο γνωστές και πιο συχνές χειρουργικές παθήσεις. Με τον όρο «χειρουργικές παθήσεις» εννοούμε τις παθήσεις που θεραπεύονται αποκλειστικά με χειρουργική επέμβαση. Είναι δε τόσο συχνή, που περίπου το 27% των ανδρών και το 3% των γυναικών αναμένεται να εμφανίσει βουβωνοκήλη κάποια στιγμή στη ζωή τους.
Η βουβωνοκήλη ορίζεται ως η προβολή κοιλιακού περιεχομένου (συχνότερα έντερο ή μείζον επίπλουν, γνωστό και ως λίπος της κοιλιάς) μέσα από ένα χάσμα (τρύπα) στο κοιλιακό τοίχωμα, στην περιοχή της βουβωνικής χώρας. Αν παρομοιάσουμε το κοιλιακό τοίχωμα με ένα ύφασμα που προστατεύει το περιεχόμενο της κοιλιάς (τα σπλάχνα), η βουβωνοκήλη είναι ένα σχίσιμο σε αυτό το ύφασμα. Το σχίσιμο αυτό στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να μείνει ίδιο ή πιο συχνά, όπως συμβαίνει στα σχισμένα υφάσματα, η τρύπα μπορεί να μεγαλώσει απότομα ή και σιγά-σιγά με το πέρας του χρόνου. Η αποκατάσταση του σχισμένου υφάσματος γίνεται με συρραφή. Παρομοίως στην βουβωνοκήλη, το χάσμα που έχει δημιουργηθεί αποκαθίσταται χειρουργικά με την τοποθέτηση πλέγματος, δηλαδή τοποθετείται ένα κομμάτι υφάσματος για να καλύψει την τρύπα.
Η βουβωνοκήλη δημιουργείται λόγω αύξησης της ενδοκοιλιακής πίεσης. Τα πιο τυπικά παραδείγματα ατόμων με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης βουβωνοκήλης είναι τα εξής:
- Άτομα που ασχολούνται με βαριές χειρωνακτικές εργασίες
- Άτομα που σηκώνουν μεγάλα βάρη
- Αθλητές
- Άτομα με πλεονάζον σωματικό βάρος (παχυσαρκία)
- Χρόνιοι καπνιστές (λόγω βήχα)
- Άτομα με χρόνια δυσκοιλιότητα
Φυσικά, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου άτομα με βουβωνοκήλη δεν ανήκουν σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. Εδώ, σημαντικό παράγοντα αποτελεί η γενετική προδιάθεση του ατόμου, δηλαδή μία γενετικά προκαθορισμένη κακή συνδεσμολογία στα κοιλιακά τοιχώματα.
Τα συμπτώματα της βουβωνοκήλης σε αρχικό στάδιο είναι συνήθως ήπια και οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τους δίνουν μεγάλη σημασία: ήπιος πόνος, συνήθως καυστικός, στην περιοχή της βουβωνικής χώρας, που πολλές φορές γίνεται αισθητός στα γεννητικά όργανα. Καθώς μεγαλώνει η τρύπα στο ύφασμα δίνει διαφορετικού τύπου συμπτώματα: έντονο πόνο στην περιοχή, ιδιαίτερα όταν προηγείται σωματική άσκηση ή άρση βάρους και φούσκωμα στην περιοχή της βουβωνικής χώρας. Η βουβωνοκήλη χειρουργείται όχι τόσο γιατί τα συμπτώματά της είναι ενοχλητικά για τον ασθενή, αλλά για τις πιθανές επιπλοκές της. Αυτή που φοβόμαστε περισσότερο είναι η περίσφιξη, δηλαδή μέσα από την τρύπα να βγει ένα μεγάλο τμήμα του εντέρου και να μην μπορεί να επανέλθει μέσα στην κοιλιά, επειδή στριμώχνεται μέσα στο χάσμα (την τρύπα) της κήλης. Ο κίνδυνος που ελλοχεύει σε αυτή την περίπτωση είναι να στριμωχτεί με τέτοιο τρόπο το έντερο, ώστε να μην μπορεί να τροφοδοτηθεί με αίμα και τελικά να νεκρωθεί.
Υπάρχουν διάφορα είδη χειρουργικών επεμβάσεων:
- Η ανοιχτή μέθοδος με μικρή τομή στην βουβωνική χώρα
- Η λαπαροσκοπική μέθοδος (TAPP), με μικρές τομές και αποκατάσταση της κήλης, με είσοδο στην κοιλιακή χώρα.
- Η ενδοσκοπική μέθοδος (TEP), με μικρές τομές και αποκατάσταση της κήλης, χωρίς είσοδο στην κοιλιακή χώρα.
Στο σύνολο των χειρουργικών επεμβάσεων, ο ασθενής μπορεί να πάρει εξιτήριο την ίδια ή και την επόμενη ημέρα. Η επάνοδος στη φυσιολογική δραστηριότητα συνήθως γίνεται μετά από πάροδο 5-7 ημερών.
Γράφει ο Ιωάννης Πλιάκος Γενικός Χειρουργός Συνεργάτης Ιατρός Κλινικής Κυανούς Σταυρός