Η παχυσαρκία αντιπροσωπεύει ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας. Οι παγκόσμιες κατευθυντήριες γραμμές δίνουν έμφαση στον έλεγχο του βάρους μέσω αλλαγών στον τρόπο ζωής, της χρήσης φαρμάκων και μέσω της βαριατρικής χειρουργικής. Από το 1991, το NIHέχει τονίσει πώς η βαριατρική χειρουργική θα μπορούσε να βελτιώσει το προσδόκιμο και την ποιότητα ζωής καθώς και τις διάφορες συννοσηρότητες, ιδιαίτερα μεταβολικές που εμφανίζονται γρήγορα μετά την επέμβαση και συχνά ακόμη και χωρίς την έναρξη της απώλειας βάρους, σε ασθενείς που πάσχουν από παχυσαρκία. Για το λόγο αυτό, η βαριατρική χειρουργική έχει οριστεί πρόσφατα ως μεταβολική βαριατρική χειρουργική (MBS).
Η πολλαπλή βιβλιογραφία με τυχαιοποιημένες και παρατηρητικές μελέτες υπογραμμίζει πώς το MBS, εκτός από τη μείωση βάρους, δείχνει πόσο συγκεκριμένα οι επιπλοκές που ωφελούν είναι ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (ΣΔ2), η δυσλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση, η μη αλκοολική στεατωτική ηπατίτιδα, η μη αλκοολούχο λιπώδες ήπαρ και η αποφρακτική υπνική άπνοια. Όλες αυτές οι παθολογίες της παχυσαρκίας, παρουσιάζουν σαφή βελτίωση μετά την επέμβαση MBS.
Ο ρόλος του ενδοκρινολόγου, πάντα στην προεγχειρητική φάση, είναι να αναδείξει την παρουσία τυχόν περιπτώσεων δευτερογενούς παχυσαρκίας που θα αντενδείκνυαν τη χειρουργική επέμβαση MBS. Για το σκοπό αυτό λοιπόν, πρέπει πάντα να διενεργείται αξιολόγηση με στόχο την επαλήθευση της λειτουργίας του θυρεοειδούς και της πιθανής παρουσίας της νόσου Cushing, κατάσταση ενδογενούς υπερκορτιζολισμού, καθώς και τυχόν σπάνια γενετικά σύνδρομα που προκαλούν παχυσαρκία. Σε αυτή τη φάση είναι επίσης απαραίτητο να πραγματοποιηθεί μια ακριβής αξιολόγηση της μεταβολικής δομής του ασθενούς. Ο ενδοκρινολόγος θα πρέπει να δημιουργήσει την καλύτερη διαθέσιμη θεραπεία για να παρέμβει στη διαχείριση των συνεχιζόμενων μεταβολικών επιπλοκών. Επιπλέον, η αναγνώριση τυχόν ελλειμμάτων βιταμινών και θρεπτικών συστατικών είναι θεμελιώδης, για τα οποία συνιστάται πάντα η λήψη συμπληρωμάτων ήδη στην προεγχειρητική φάση. Στη μετεγχειρητική περίοδο καλό είναι ο ασθενής να παρακολουθείται περιοδικά από τον ειδικό ενδοκρινολόγο με απώτερο σκοπό την επαλήθευση της εξέλιξης των μεταβολικών συννοσηροτήτων και την προσαρμογή της θεραπείας τους, εκτός από τη συνέχιση της παρακολούθησης των παρόντων συμπληρωμάτων διατροφής, ιδιαίτερα όσον αφορά τον μεταβολισμό της βιταμίνης D και του ασβεστίου-φωσφόρου.
Γράφει η Μπεραντέλλι Ρίτα Ενδοκρινολόγος Συνεργάτης Τμήματος Βαριατρικής Χειρουργικής στην Κλινική Euromedica Κυανούς Σταυρός