Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο δεύτερος συχνότερα εμφανιζόμενος καρκίνος στους άνδρες, δημιουργώντας μεγάλο αντίκτυπο στα σύγχρονα συστήματα υγείας τα οποία καλούνται λόγω εμφάνισης συνεχώς νέων περιστατικών, να ανταποκριθούν και να διαχωρίσουν αναλόγως βαρύτητας και ηλικιακής κατανομής τα περιστατικά εκείνα που χρήζουν άμεσης ή αντίστοιχα αναβλητικής αντιμετώπισης. Συνεπώς, στις αναπτυγμένες χώρες η παρουσία αναλογικά υψηλού ποσοστού ηλικιωμένων ατόμων επιβάλλει την άμεση κατηγοριοποίηση των ασθενών για να αποφεύγονται κατά το δυνατό περιπτώσεις υπερδιαγνώσεων και υπερθεραπειών.
Πρόκειται για μια πολύπλοκη πάθηση στην οποία κύριο ρόλο παίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε όγκου, η ηλικία του ασθενή, οι συννοσηρότητες και η προτίμηση του ίδιου του ασθενή στον καθορισμό του τελικού πλάνου θεραπείας. Η νόσος σχετίζεται εκτός της προχωρημένης ηλικίας τόσο με την γενετική προδιάθεση όσο και με την φυλετική προέλευση, ενώ στην ουσία δεν μπορούν επί του παρόντος να απομονωθούν ιδιαίτερα και ευρέως εφαρμοσμένα μέτρα πρόληψης, πλην ίσως ενός σταθερού προληπτικού ελέγχου που να περιλαμβάνει εξέταση του PSA (καρκινικός δείκτης που υπόκειται σε πολλές διακυμάνσεις και χρήζει ιατρικής συνεκτίμησης και ενημέρωσης του ασθενή για τα οφέλη και τους κινδύνους που απορρέουν από μια συνεχή και αδαή παρακολούθηση του δείκτη) , υπερηχογραφικού ελέγχου και δακτυλικής εξέτασης. Χρήσιμο εργαλείο στην αποσαφήνιση υψηλών τιμών PSA και «ύποπτης» για νεοεξεργασία δακτυλικής, αποτελεί η ολοένα και ευρύτερα εφαρμοζόμενη εξέταση πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας προστάτη η οποία πλέον περιγράφει, κατηγοριοποιώντας αναλόγως επικινδυνότητας, σαφώς αφοριζόμενες περιοχές του αδένα που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης με βιοψία. Η διάγνωση του καρκινώματος προκύπτει, όμως, ως τυχαίο εύρημα και σε περιπτώσεις διουρηθρικής ή ανοικτής προστατεκτομής , επεμβάσεων δηλαδή που πραγματοποιήθηκαν με κύριο μέλημα την απαλλαγή του ασθενή από αποφρακτικά συμπτώματα και δεν παρουσίαζαν ενδείξεις κακοήθειας πριν την επέμβαση. Σε κάθε περίπτωση η διάκριση των περιπτώσεων κλινικά σημαντικών καρκίνων του προστάτη είναι η κύρια προτεραιότητα όλων των ουρολόγων, γιατί αυτές θα κληθούν να υποβληθούν σε θεραπευτική αντιμετώπιση. Ένας μεγάλος αριθμός ασθενών με προσδόκιμο ζωής μικρότερο της 10ετίας και χαρακτηριστικά καρκίνου μικρής επιθετικότητας , ενδεχομένως να μην χρειάζονται καν θεραπείας παρά μόνο στενής ιατρικής παρακολούθησης και παρέμβασης επί ενδείξεων εξέλιξης της νόσου.
Συνεπώς, η διαστρωμάτωση των ασθενών βάσει εργαστηριακών δεδομένων, ηλικίας, λοιπών προβλημάτων υγείας και προσωπικής επιλογής του ασθενή , είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στην αντιμετώπιση και παρακολούθηση των ασθενών με καρκίνο του προστάτη. Οι θεραπευτικές επιλογές συνοψίζονται στις έννοιες της ενεργού παρακολούθησης , της χειρουργικής αντιμετώπισης (ανοικτή ριζική προστατεκτομή, λαπαρασκοπική και ρομποτική ριζική προστατεκτομή), της ακτινοθεραπείας και της βραχυθεραπείας , της ορμονοθεραπείας και της χημειοθεραπείας (για προχωρημένη νόσο) και υπόκεινται σε αλγοριθμικές προσεγγίσεις πολλές φορές δαιδαλώδους κλίμακας και εξειδικευμένης ιατρικής λογικής. Συνοπτικά να αναφερθεί ότι κυρίως οι χειρουργικές επεμβάσεις ριζικής προστατεκτομής είναι με τα μέχρι τώρα δεδομένα συγκρίσιμες αναφορικά με τα ογκολογικά και λειτουργικά τους αποτελέσματα ( εγκράτεια ούρων, στυτική δυσλειτουργία) και οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται περί μη ξεκάθαρης υπεροχής κάποιας εκ των προαναφερόμενων. Ουσιαστικά η επιτυχία της επέμβασης βασίζεται στην εξοικείωση και εμπειρία του χειρουργού με μια συγκεκριμένη τεχνική και αυτήν θα πρέπει να εκτιμά στο τέλος ο ασθενής. Η ικανοποιητική στυτική λειτουργία που κυρίως αναφέρεται ως αποτίμηση της πετυχημένης επέμβασης από τους άνδρες και πολλές φορές τοποθετείται υψηλότερα από αυτό καθαυτό το ογκολογικό αποτέλεσμα της χειρουργικής πράξης, είναι συνέπεια της στυτικής ικανότητας πριν την επέμβαση, της σωστής και κατά το δυνατό άρτιας ανατομικής χειρουργικής πρακτικής από πλευράς του χειρουργού και φυσικά της ομαλής άμεσης και απώτερης μετεγχειρητικής πορείας του περιστατικού , μέσα στην οποία καθοριστικό ρόλο παίζει ο εξατομικευμένος και ανεξάρτητος παράγοντας της ξεχωριστής φύσης του καθενός. Αν προς όφελος της στυτικής λειτουργίας θυσιαστεί η ογκολογική ριζικότητα της επέμβασης, ουσιαστικά καταργείται το θεραπευτικό όφελός της , επιστρατεύοντας την ανάγκη για επικουρική ακτινοθεραπευτική ή ορμονική θεραπεία . Αυτό που θα πρέπει εν κατακλείδι να ειπωθεί είναι ότι ο κάθε ασθενής πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ιδιαίτερη οντότητα σε ένα πολύπλοκο πρόβλημα υγείας που καλείται καρκίνος του προστάτη, με τις θεραπευτικές απλουστεύσεις και γενικεύσεις να κινούνται στη σφαίρα του επισφαλούς και ιατρικά επικίνδυνου για την υγεία του ασθενή.
* Απόστολος Μαλλιώρης Ουρολόγος, Διδάκτωρ Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Συνεργάτης Κλινικής Euromedica Κυανούς Σταυρός